Η «Οικοτεχνία» δημιουργήθηκε το 1947 ως δράση του Εθνικού Οργανισμού Πρόνοιας, με στόχο την παροχή ενός μικρού εισοδήματος σε γυναίκες στις ακριτικές και παραμεθόριες περιοχές. Ο πρώτος αργαλειός στήθηκε το 1953 στο Λέχοβο της Καστοριάς και έκτοτε σχολές εκμάθησης ταπητουργίας, κεντημάτων και άλλων οικιακών δράσεων αναπτύχθηκαν σε όλη τη χώρα. Σε αυτές τα κορίτσια ύφαιναν καταπληκτικά μάλλινα χαλιά εμπνευσμένα από τη λαϊκή παράδοση (για την παραγωγή των σχεδίων συνεργάζονταν λαογράφοι, ζωγράφοι, άνθρωποι των τεχνών), αλλά και εξαιρετικής ποιότητας τραπεζομάντιλα, κουρτίνες, σεντόνια με παραδοσιακές βελονιές. Τα είδη της «Οικοτεχνίας» πωλούνταν σε κεντρικά σημεία σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και γίνονταν ανάρπαστα, λόγω της ασυναγώνιστης ποιότητάς τους. Χαλιά, ταπίς και κεντήματα των εργαστηρίων είχαν μπει σε πάμπολλα μεγαλοαστικά σπίτια της Αθήνας, ενώ ζήτηση υπήρχε σταθερά και από το εξωτερικό.
Τη δεκαετία του ’90 άρχισαν οι αθρόες εισαγωγές χαλιών και λόγω κακής διαχείρισης και αδιάφορου μάρκετινγκ από το κράτος το πρόγραμμα δυσκολεύτηκε να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό. «Οταν πήγα στο υπουργείο το 2000, υπήρχε έτοιμος ο νόμος για κλείσιμο της Οικοτεχνίας, αλλά προσπάθησα και τελικά κατάφερα να το κρατήσω», λέει η κ. Μπελδέκου, που με έξοδά της είχε διακοσμήσει το υπουργείο Υγείας με τρία ταπίς που υπάρχουν εκεί ακόμη (η ίδια αποχώρησε το 2004). «Το κράτος όμως δεν ήταν καλός έμπορος. Θα μπορούσε για παράδειγμα να γίνει συμφωνία με ξεναγούς να φέρνουν τον κόσμο στα πωλητήρια». Η θεσμική απαξίωση ξεκίνησε το 2005, όταν η δράση απορροφήθηκε στο νέο Ινστιτούτο Κοινωνικής Προστασίας και Αλληλεγγύης, ενώ το οριστικό λουκέτο μπήκε το 2010 επί υπουργίας Ανδρέα Λοβέρδου, όταν το Ινστιτούτο συγχωνεύθηκε με το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης και η λειτουργία της «Οικοτεχνίας» ανεστάλη. Ολα τα ταπητουργεία έκλεισαν και τα είδη σφραγίστηκαν σε μία αποθήκη. «Δεν μάζεψαν ούτε τους αργαλειούς, που αποτελούν μουσειακά κομμάτια», λέει εργαζόμενος στην «Οικοτεχνία», που έχει καταθέσει αρμοδίως πρόταση διάθεσης των προϊόντων μέσω e-shop και ειδικών εκθέσεων, αφού λόγω ελλιπούς προσωπικού το άνοιγμα καταστήματος είναι σχεδόν αδύνατο. «Χιλιάδες κομμάτια αμύθητης αξίας, περιουσία του κράτους, περιμένουν να αξιοποιηθούν. Εμείς πάντως τα πονάμε